Πρόσφατοι αγώνες της τάξης μας

Η οικονομία ενάντια στις ανθρώπινες ανάγκες

Με την άφιξη της κρίσης, ο καπιταλισμός συνεχίζει να επιδεικνύει το αποκρουστικό πρόσωπό του και να εντείνει την εκμετάλλευση, τη μιζέρια και την αποξένωση[1]. Φυσικά αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο: Η εκμετάλλευση της εργατικής μας δύναμης και η αποστράγγιση κάθε ζωτικής μας ενέργειας αποτελούν τα θεμέλια αυτής της κοινωνίας. Σκοπός της παραγωγής δεν είναι η ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών αλλά η δημιουργία κέρδους για την τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής: την αστική τάξη. Είμαστε όλοι εκμεταλλευόμενοι, διότι για την εργασία μας λαμβάνουμε μόνο έναν μισθό που έχει χαμηλότερη αξία από την αξία των εμπορευμάτων που παράγουμε. Οτιδήποτε παράγουμε παραπάνω από την αξία της εργατικής μας δύναμης γίνεται υπεραξία. Αυτή με τη σειρά της, αφού αφαιρεθεί το ποσό που επενδύεται ξανά στα μέσα παραγωγής (είτε είναι ένα μηχάνημα είτε ένα τρακτέρ είτε ένας σέρβερ), μετατρέπεται σε κέρδος για τον καπιταλιστή. Η υπεραξία που αποσπάται από τη ζωντανή μας εργασία αυξάνει το ποσό του συσσωρευμένου πλούτου για την αστική τάξη, το οποίο με τη σειρά του επενδύεται περαιτέρω στην παραγωγή. Κι εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να ξοδεύουμε το μισθό μας για να αγοράσουμε τα εμπορεύματα που εμείς οι ίδιοι παράγουμε με την εργασία μας, αφού αυτός είναι ο μόνος δυνατός τρόπος να επιβιώσουμε. Έτσι επιτρέπουμε την πραγματοποίηση του κέρδους για τον “αξιότιμο κύριο καπιταλιστή”. Μέρα με τη μέρα, ξανά και ξανά, οδηγούμαστε σε αλλοτριωμένες και αλλοτριωτικές παραγωγικές διαδικασίες εξαιτίας της ανελέητης λογικής της δημιουργίας κέρδους. Αυτός ο επαναλαμβανόμενος κύκλος αναπαράγει διαρκώς την τάξη των ιδιοκτητών που αγοράζουν την εργατική μας δύναμη (η αστική τάξη) και την τάξη που είναι αναγκασμένη να πουλά την εργατική της δύναμη (το προλεταριάτο).

Με την καπιταλιστική ανάπτυξη και τον αυξανόμενο τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της παραγωγής, η παραγωγικότητα της εργασίας και κατά συνέπεια ο βαθμός εκμετάλλευσης αυξάνονται, με αποτέλεσμα οι καπιταλιστές να πλημμυρίζουν τις αγορές με ολοένα περισσότερα εμπορεύματα χρησιμοποιώντας όλο και λιγότερη εργατική δύναμη. Αυτό σημαίνει ότι η αξία των εμπορευμάτων πέφτει. Η αστική τάξη προκειμένου να αποφύγει κάτι τέτοιο πρέπει να ξεφορτωθεί την πλεονάζουσα εργατική δύναμη και ταυτόχρονα να διατηρήσει τον ίδιο βαθμό κερδοφορίας μέσα από το άνοιγμα νέων αγορών (για παράδειγμα μέσω της διαφήμισης) έτσι ώστε να πουλήσει περισσότερα εμπορεύματα, αφού οι εν δυνάμει αγορές είναι απεριόριστες. Με αυτό τον τρόπο, ο καπιταλισμός οδηγείται αναπόφευκτα σε γενική κρίση αξιοποίησης, σαν αυτή που βιώνουμε σήμερα. Μετά τη χρεοκοπία των τραπεζών έρχονται οι μαζικές απολύσεις στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, οι περικοπές μισθών, η καταστροφή των απούλητων εμπορευμάτων, το κλείσιμο εταιριών. Αργά ή γρήγορα, για διάφορα κομμάτια της αστικής τάξης, ο πόλεμος θα μοιάζει ως η μόνη πιθανή διέξοδος από την κρίση διότι θα τους επιτρέψει να καταστρέψουν επαρκή ποσότητα αξίας σε αποδοτικό βαθμό, ούτως ώστε να ξαναρχίσει ένας νέος κύκλος οικονομικής ανάπτυξης.

Οι ανθρώπινες ανάγκες ενάντια στην οικονομία

Η ζωή στην καπιταλιστική ολότητα δεν είναι παρά μια άθλια επιβίωση από μέρα σε μέρα. Μας απομυζούν τη ζωτική μας ενέργεια στη δουλειά, μας τρομοκρατούν με την αστυνομία, μας ταΐζουν πλαστικό φαί, μας απολύουν απ’ τη δουλειά, μας στέλνουν να πεθάνουμε στο όνομα της πατρίδας, του έθνους, της φυλής, της δημοκρατίας ή της θρησκείας στη μια ή την άλλη πολεμική σύρραξη. Όταν οι προλετάριοι αποτελούν για το Κεφάλαιο ένα άχρηστο πλεόνασμα, ξεσηκώνονται για να επιβάλλουν τις δικές τους ανάγκες ενάντια στις ανάγκες της οικονομίας.

Σήμερα, οι συνθήκες ζωής για τους περισσότερους από εμάς χειροτερεύουν. Την ίδια στιγμή οι καπιταλιστές συνεχίζουν να σέρνουν τα τομάρια τους μέσα σε πολυτελή αυτοκίνητα και να μας μπουχτίζουν με τις εκκλήσεις τους για να σφίξουμε κι άλλο το ζωνάρι, για να συμβιβαστούμε με την “αναγκαιότητα εξορθολογισμού της παραγωγής” – απολύοντας και μειώνοντας τους μισθούς. Καμιά φορά όμως αυτή η αυθάδεια δεν τους βγαίνει σε καλό. Ας θυμηθούμε για παράδειγμα τον τραπεζίτη Fred Goodwin της Royal Bank of Scotland που βρήκε την πολυτελή του βίλλα και τη λιμουζίνα του κατεστραμμένες. Επιπλέον, δεχόταν απειλές μέσω SMS ότι αυτό ήταν μόνο η αρχή και ότι σύντομα το σπίτι του θα καιγόταν με τον ίδιο μέσα.

Όπως μας έδειξαν οι αγώνες των τελευταίων χρόνων, στο Μπαγκλαντές ή την Αίγυπτο για παράδειγμα [2], η τάξη μας δεν είναι τόσο ψόφια όσο ο συρφετός των αστών κοινωνιολόγων και των ειδικών του μιντιακού θεάματος προσπαθούν να μας πείσουν. Το ίδιο ισχύει για το πρόσφατο κύμα άγριων απεργιών στη Μεγάλη Βρετανία εξαιτίας του αποκλεισμού των ντόπιων εργατών από τα κατασκευαστικά έργα που γίνονται σε εργοστάσια της βρετανικής πετρελαιοβιομηχανίας[3]. Τα αστικά μίντια χέρι-χέρι με τους πολιτικούς και τα συνδικάτα προσπάθησαν να στιγματίσουν ολόκληρο το κίνημα ως έναν εθνικιστικό “ανταγωνισμό για τις θέσεις εργασίας”. Ακόμα κι αν στην αρχή ορισμένοι απεργοί χρησιμοποίησαν σλόγκαν όπως “Βρετανικές δουλειές για Βρετανούς εργάτες!” [σ.τ.μ. για περισσότερες πληροφορίες για το θέμα βλ. επίσης εδώ] μέσα στη διαδικασία του αγώνα αυτά πολύ γρήγορα ξεχάστηκαν ανοίγοντας το δρόμο για ένα πολύ πιο διεθνιστικό, ταξικό περιεχόμενο. Για παράδειγμα, οι απεργοί είχαν φτιάξει πανώ στην ιταλική γλώσσα με τα οποία καλούσαν τους Ιταλούς εργάτες της εταιρίας που είχε αναλάβει τα έργα να συμμετάσχουν στην απεργία. Επίσης, σε αρκετές βρετανικές πόλεις εργάτες κατέλαβαν εργοστάσια της Visteon που έκλειναν διεκδικώντας την καταβολή αποζημιώσεων, ενώ συνεχίζουν να εξελίσσονται συγκρούσεις στο δημόσιο τομέα με επίκεντρο τις περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό.

Καθώς η αναταραχή επιστρέφει στην καρδιά της “πλούσιας” Ευρώπης (με την μορφή της εξέγερσης του Δεκέμβρη στην Ελλάδα), η αστική τάξη χέζεται πάνω της από το φόβο. Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Σαρκοζί, φοβισμένος από τα ελληνικά γεγονότα, ανέβαλε τα σχέδιά του που θα οδηγούσαν σε ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια τους νέους προλετάριους στη Γαλλία μέσα από τις ατελείωτες πανεπιστημιακές εξετάσεις και τα φοιτητικά δάνεια. Ωστόσο, η Γαλλία δεν κατάφερε ν’ αποφύγει τις φοιτητικές κινητοποιήσεις, τις καταλήψεις πανεπιστημίων και σχολείων, που συχνά τελείωναν μόνο μετά την επέμβαση των ματ. Οι επιπλέον περικοπές στον προϋπολογισμό και τα νομοσχέδια ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης εξόργισαν χιλιάδες φοιτητές και καθηγητές σε όλη την Ιταλία και προκάλεσαν ένα κύμα καταλήψεων στα πανεπιστήμια, που ορισμένες εξ αυτών οδήγησαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία[4], παρά τις προσπάθειες των φοιτητικών συλλόγων να μη συμβεί κάτι τέτοιο.

Στα υπερπόντια γαλλικά διαμερίσματα, Γουαδελούπη, Μαρτινίκα, Γαλλική Γουιάνα και Ρεϊνιόν, ξέσπασε γενική απεργία ενάντια στον αφόρητο βαθμό εκμετάλλευσης που παρέλυσε κυρίως τα νησιά της Γουαδελούπης και της Μαρτινίκας. Συνοδεύτηκε από συγκρούσεις στο δρόμο και λεηλασίες, τις οποίες το κράτος αναγκάστηκε να καταστείλει με αστυνομικές δυνάμεις που στάλθηκαν από τη Γαλλία. Τελικά, η αστική τάξη ανάγκασε τους εργάτες να επιστρέψουν στην εργασία τους αλλά με αντάλλαγμα μια αύξηση των μισθών κατά περίπου 30%. Η γενική απεργία είχε απήχηση και στη Γαλλία όπου έγιναν αρκετές διαδηλώσεις αλληλεγγύης. Οι προλετάριοι στη Γαλλία, αντιμέτωποι με το κλείσιμο εργοστασίων και τις απολύσεις, ξεκίνησαν απεργίες-καταλήψεις αλλά και “απαγωγές” αφεντικών προκειμένου να υποστηρίξουν τα αιτήματά τους.

Αλλά το προλεταριάτο ξυπνάει και αλλού. Σε παραδοσιακά ήρεμες περιοχές εμφανίστηκε ένα νέο κύμα ταραχών: στις πρωτεύουσες της Λετονίας και της Λιθουανίας εκατοντάδες εργάτες συγκρούστηκαν με την αστυνομία και ικανοποίησαν τις άμεσες ανθρώπινες ανάγκες τους λεηλατώντας καταστήματα. Με αυτό τον τρόπο ανέτρεψαν στην πράξη την καθημερινή καπιταλιστική λογική των ανταλλακτικών σχέσεων. Παρομοίως, προλετάριοι στη Σόφια, σ’ ένα προάστιο του Μάλμοε ή στο Βλαδιβοστόκ έδειξαν ξεκάθαρα τι πιστεύουν για το σφίξιμο του ζωναριού και την υποβάθμιση των συνθηκών της ζωής τους. Μετά από πενήντα χρόνια, η εργατική τάξη της Ισλανδίας, χτυπημένη σκληρά από την οικονομική κρίση, κατέβηκε στους δρόμους και επιτέθηκε στο κοινοβούλιο και σε αστυνομικά τμήματα. Σ’ αυτή τη χώρα των 320.000 κατοίκων, πάνω από 10.000 προλετάριοι συμμετείχαν καθημερινά σε διαδηλώσεις που εξελίσσονταν σε συγκρούσεις με την αστυνομία.

Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα την παγκόσμια αστική τάξη είναι το προλεταριάτο του “παγκόσμιου εργαστηρίου”, της “ανερχόμενης παγκόσμιας υπερδύναμης”: της “κόκκινης” Κίνας. Από τα λόγια των πολιτικών διεθνώς αντιλαμβάνεται κανείς πόσο φοβούνται το ενδεχόμενο μιας εκτεταμένης προλεταριακής εξέγερσης στην Κίνα και τον αντίχτυπο που θα είχε κάτι τέτοιο στο παγκόσμιο προλεταριάτο. Οι επίσημες στατιστικές υπηρεσίες του κινεζικού κράτους σε μια σπάνια συμφωνία με τους δυτικούς δημοσιογράφους παρατηρούν μια έντονη αύξηση των ταραχών και των απεργιών που ξεσπούν σε ολόκληρη τη χώρα. Οι στατιστικολόγοι μιλούν για δεκάδες χιλιάδες “περιστατικά” όπου η παρέμβαση της αστυνομίας ήταν απαραίτητη. Για παράδειγμα, στις 19 Δεκέμβρη 2008, τις μέρες που η προλεταριακή εξέγερση σάρωνε την Ελλάδα, στην πόλη Λονγκάν της βορειοδυτικής Κίνας περίπου 50.000 κάτοικοι και φτωχοί αγρότες από τα γύρω χωριά συγκρούστηκαν με τις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας λόγω της απαλλοτρίωσης της γης τους και της κατεδάφισης των σπιτιών τους, που σχεδιαζόταν από το κράτος χωρίς να παρέχεται στους κατοίκους καμία αποζημίωση. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων δυο τοπικά γραφεία του κυβερνώντος “Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας” έγιναν στάχτη όπως και πολλά κυβερνητικά και αστυνομικά οχήματα. Η αστυνομία σκότωσε κυριολεκτικά στο ξύλο πάνω από είκοσι διαδηλωτές ενώ περισσότεροι από 100 τραυματίστηκαν σοβαρά από τα γκλομπ.

Μια προοπτική;

Παρόλο που η αιτία κάθε προλεταριακού αγώνα είναι η ίδια: η κοινωνική σχέση της εκμετάλλευσης, πάνω στην οποία βασίζεται ο καπιταλισμός και η οποία είναι η πηγή κάθε αντίφασης και προβλήματος που η τάξη μας πρέπει να αντιμετωπίσει, δε σημαίνει πως οι αγωνιζόμενοι προλετάριοι έχουν απαραίτητα συνείδηση αυτής της σύνδεσης που ενώνει τους αγώνες τους σ’ ολόκληρο τον κόσμο και που την ίδια στιγμή υποδεικνύει το μόνο δυνατό ξεπέρασμά του – την κομμουνιστική επανάσταση που θα καταστρέψει την ταξική κοινωνία και μαζί της θα τελειώσει κάθε εκμετάλλευση, καταπίεση, πόλεμος και πείνα. Μόνο μια παγκόσμια ανθρώπινη κοινότητα, όπου δε θα είμαστε αναγκασμένοι να πουλάμε τις ζωές μας για έναν μισθό και όπου οι σχέσεις μας δε θα διαμεσολαβούνται από την ανταλλαγή, θα μας επιτρέψει να είμαστε πραγματικά ανθρώπινα όντα.

Δυστυχώς, σήμερα πρέπει να παραδεχτούμε πως, τουλάχιστον μέχρι αυτή τη στιγμή, οι προλεταριακοί αγώνες σε παγκόσμιο επίπεδο συμβαίνουν μεν συγχρόνως αλλά κάπως τυχαία, χωρίς να είναι αλληλένδετοι μεταξύ τους. Όπως είπαμε και νωρίτερα, οι περισσότεροι απ’ τους προλεταριακούς αγώνες στους οποίους αναφερόμαστε αποτελούν βραχύβιες, απομονωμένες και γρήγορα ηττηθείσες βίαιες συγκρούσεις μιας χούφτας προλετάριων με την αστυνομία ή εξίσου περιορισμένες άγριες απεργίες. Συχνά αυτοί οι αγώνες περιορίζονται από τις δημοκρατικές και εθνικιστικές αυταπάτες, ωστόσο ορισμένες στιγμές ξεφεύγουν απ’ τον έλεγχο της σοσιαλδημοκρατίας (με την μορφή είτε των συνδικάτων είτε των πολιτικών κομμάτων) και διαταράσσουν έμπρακτα την κοινωνική ειρήνη. Αυτές οι απομονωμένες εκφράσεις ταξικού αγώνα γρήγορα τσακίζονται και αφήνουν χώρο στην αστική τάξη να αντεπιτεθεί – αστυνομική καταστολή, έλεγχος, μιντιακή πλύση εγκεφάλου. Γενικά όμως, αποτελούν απόδειξη πως το προλεταριάτο μάχεται για τα συμφέροντά του, είτε υπάρχει κρίση είτε όχι[5].

Ωστόσο, είναι ανάγκη να τονίσουμε ότι το βάρος της αστικής κυριαρχίας και του θεάματος πέφτει και στους δικούς μας ώμους – των κομμουνιστών. Παρόλο που εμείς, ως μαχόμενοι κομμουνιστές, είμαστε συνειδητά διεθνιστές και αντιλαμβανόμαστε την ταξική κοινωνία στην παγκόσμια διάστασή της, συχνά είναι πολύ δύσκολο να δημιουργήσουμε ένα ρήγμα στο τείχος που υψώνεται από τα παραμύθια των μίντια, τη γλώσσα τους, τη λογοκρισία τους. Αυτό αφορά κυρίως τις ειδήσεις για τους αγώνες που ξεσπούν στις λεγόμενες “αναπτυσσόμενες χώρες”, οι οποίες ειδήσεις ερμηνεύονται από τα αστικά μίντια με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκρύπτεται όσο το δυνατόν περισσότερο το ταξικό περιεχόμενό τους[6].

Παρ’ όλα αυτά, μόνο όταν οι αγωνιζόμενοι προλετάριοι στα διάφορα μέρη του κόσμου αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον ως ταξικά αδέρφια θα έχει την ευκαιρία να πετύχει η κομμουνιστική επανάσταση. Το αν αυτό θα γίνει σύντομα, δεν μπορούμε να το πούμε. Ωστόσο, μπορούμε να ελπίζουμε πως το αντίκτυπο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στις συνθήκες ζωής του προλεταριάτου θα παίξει το ρόλο ενός ενοποιητικού παράγοντα, που θα βοηθήσει την τάξη μας να αρνηθεί την ψευδή συνείδηση και να αδελφωθεί κόντρα σε όλους τους αστικούς διαχωρισμούς.


Σημειώσεις:
[1] Διαχωρισμένοι από τα αναγκαία μέσα διαβίωσης, είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να πουλάμε στο Κεφάλαιο την εργατική μας δύναμη με αλλοτριωμένες και αλλοτριωτικές παραγωγικές διαδικασίες. Αυτή η αλλοτρίωση διαπερνά κάθε όψη της ζωής μας, τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους και τη συνείδησή μας. Τα αστικά μίντια αναφέρονται συχνά σε “τρελούς εκτελεστές”, σε “αδιανόητες σφαγές” που διαπράττουν “άνθρωποι διανοητικά άρρωστοι” ή σε αυτοκτονίες “αποτυχημένων”. Όλα αυτά τα περιγράφουν ως ακραίες περιπτώσεις, συγκαλύπτοντας έτσι ότι οι ρίζες τους βρίσκονται στην απάνθρωπη ολότητα της ταξικής κοινωνίας.

[2] Από μαχητικές άγριες απεργίες με χιλιάδες εργαζόμενους στην υφαντουργία, την πετρελαιοβιομηχανία, τις κατασκευές, τα ορυχεία και τη γεωργία (παρά το γεγονός ότι στην Αίγυπτο οι απεργίες είναι παράνομες και παρά την πολυετή επιβολή στρατιωτικού νόμου στο Μπαγκλαντές), οδομαχίες με αφορμή τις υψηλές τιμές τροφίμων και πετρελαίου, δυναμικοί αγώνες μεταναστών απ’ την Υποσαχάρια Αφρική ενάντια στις απελάσεις στο Κάιρο, μέχρι ανταρσία Μπαγκλαντεσιανών στρατιωτών που σκότωσαν οχτώ ένστολους αστούς…

[3] Οι εργάτες των κατασκευαστικών πολύ γρήγορα είχαν με το μέρος τους εργάτες από όλα σχεδόν τα βρετανικά διυλιστήρια, αρκετά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, μονάδες καύσης αποβλήτων, από ένα χημικό εργοστάσιο και αρκετούς μεταλλεργάτες.

[4] Τη στιγμή της συγγραφής αυτού του κειμένου ένα δεύτερο κύμα καταλήψεων ξέσπασε, πολύ πιο μαχητικό και αυτόνομο σε σχέση με τις σοσιαλδημοκρατικές δομές. Έγιναν καταλήψεις στις περισσότερες μεγαλουπόλεις της Ιταλίας. Στη Ρώμη, οι διαδηλωτές που κατέλαβαν το πανεπιστήμιο Sapienza συγκρούστηκαν με την αστυνομία, στη Νάπολη οι καταλήψεις άρχισαν να ξεπερνούν τα πανεπιστημιακά πλαίσια. Την ίδια στιγμή, στη Γαλλία έγιναν καταλήψεις πανεπιστημίων, όπου οι φοιτητές απαιτούσαν να περνάνε στην επόμενη βαθμίδα χωρίς εξετάσεις, ενώ οι καθηγητές σκόπευαν να χάσουν ακόμα και ολόκληρο το εξάμηνο.

[5] Θα απορρίψουμε το ψευδο-δίλλημα, που είναι τόσο δημοφιλές στην υπεραριστερά: Αν δηλαδή η καλύτερη στιγμή για ταξικό αγώνα είναι κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής ανάπτυξης, διότι τότε οι εργάτες βρίσκονται σε καλύτερη θέση καθώς το κεφάλαιο έχει ανάγκη την εργατική τους δύναμη, ή κατά τη διάρκεια της κρίσης, διότι πρέπει να πεθαίνει κανείς από την πείνα για να συνειδητοποιήσει την εκμετάλλευσή του.

[6] Ένα ιδιαίτερα αηδιαστικό παράδειγμα θα μπορούσε να είναι ολόκληρη η περιοχή της λεγόμενης Μαύρης Αφρικής, όπου ο τρόμος που ασκείται από το κεφάλαιο ενάντια στα ταξικά μας αδέρφια παρουσιάζεται σαν μια απόδειξη του πόσο “πρωτόγονες” είναι οι “ντόπιες φυλές”.

This entry was posted in Activity of the group - Other languages, Other languages, Ελληνικά. Bookmark the permalink.

Comments are closed.